Σκοποί και τραγούδια τ’ Απεράθου (μέρος 6ο): Χραμάκι απεραθίτικο

Στα χρόνια της Κατοχής, τα ορεινά χωριά της Νάξου, κυρίως δε η Κόρωνος, το Σκαδό και τ’ Απεράθου, οι κάτοικοι των οποίων απασχολούνταν σε μεγάλο ποσοστό με την εξόρυξη σμύριδας (την οποία εκείνα τα χρόνια εκμεταλλεύονταν οι Ιταλοί), πέρασαν δύσκολες καταστάσεις πείνας και ανέχειας. Εκείνοι που είχαν μια οικονομική άνεση –όσο μπορούμε να μιλάμε για οικονομική άνεση στα χρόνια της Κατοχής– ήταν ελάχιστοι, κυρίως στα λιβαδοχώρια λόγω της αγροτικής παραγωγής που δεν είχε επηρεαστεί τόσο. Οι απεραθιτοπούλες τότε είχαν αναγκαστεί να κατεβαίνουν στα κατώχωρα και να πουλούν τα υφαντά τους –κυρίως χράμια–, αυτά κυρίως που φύλαγαν μέσα στα μπαούλα και προορίζονταν για την προίκα τους. Πουλώντας τα υφαντά τους μπορούσαν στη συνέχεια να αγοράζουν κριθάρι, πατάτες και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.

Ο Νίκος Σφυρόερας, επηρεαζόμενος από αυτό το γεγονός, έγραψε το ποίημα «Χραμάκι απεραθίτικο», για τη σύνθεση και τη μουσική επένδυση του οποίου μας δίνει περισσότερες πληροφορίες ο εκδότης της εφημερίδας «Τ’ Απεράθου» Μιχάλης Γρατσίας στο βίντεο που ακολουθεί (από το κανάλι του Καπταν ‘Ιάννη Ζαζάνη).

Τραγουδά η Κούλα Κληρονόμου-Σιδερή. Στο βιολί ο Φλώριος Γλέζος.

Χραμάκι απεραθίτικο
στον αργαλειό φαμένο
’ια προίκα φυλαγμένο.
Σε σπίτι λιβαδίτικο
σ’ αντίκρισα στρωμένο
’ια γάμο στολισμένο.

Χράμι που σε κεντήσανε
τ’ Απεραθιού λουλούδια
δροσάτα κοπελούδια.
Όσα τραούδια σου ’πανε
κλάματα ’ίναν τώρα
στση συφοράς την ώρα.

Σ’ αντίκρισα και δάκρυσα
κι έφερα στο μυαλό μου
την πείνα σου, χωριό μου.
Ποια μάνα Απεραθίτισσα
σε πούλησε να πάρει
φασόλια και κριθάρι;

Μ’ ας σ’ έχουν κι ας σε χαίρονται
τση φτώχειας οι αγιογδύτες
όλοι οι μαυραγορίτες.
Καινούργιες μέρες έρχονται
κι η καθεμιά θα κάμει
τση Λευτεριάς το χράμι.

Σχετικά με το Απεραθίτικο Χραμάκι, βλ. ενδεικτικά τα κάτωθι:
– Σφυρόερας, Ν. (1984). Δημοτικά τραγούδια από τ’ Απεράθου της Νάξου. Αθήνα: Απεραθίτικος Σύλλογος Νάξου, 234.
– Γρατσίας, Μ. (1989). «Χραμάκι Απεραθίτικο». Τ’ Απεράθου 66 (Σεπτ.-Οκτ. 1989), 9.
– Δεουδέ, Τ. (2017). «Ξαναστρώνοντας το «Απεραθίτικο Χραμάκι»». Ναξιακά. Επετηρίδα της Ομοσπονδίας Ναξιακών Συλλόγων 7. Αθήνα: Graphopress, 33-37.

 

Ροζίτα Σεράνο (καλλιτεχνικό όνομα της χιλιανής τραγουδίστριας Μαρίας Μάρθα Έστερ Αλντουνάτε ντελ Κάμπο)

Η μουσική επένδυση του τραγουδιού είναι από το τραγούδι «Στη Λάρισα βγαίνει ο Αυγερινός», το οποίο έχει τραγουδήσει η Ροζίτα Σεράνο (καλλιτεχνικό όνομα της χιλιανής τραγουδίστριας Μαρίας Μάρθα Έστερ Αλντουνάτε ντελ Κάμπο) καθώς επίσης και η Σοφία Βέμπο.

Όπως μαθαίνουμε από τη σελίδα της Βικιπαίδειας, στα 1940 η Σοφία Βέμπο, ήδη καταξιωμένη τραγουδίστρια του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού, ήθελε να τραγουδήσει ένα τραγούδι στο τοπικό ιδίωμα της ελληνικής υπαίθρου. Στο αίτημά της αυτό έσπευσαν κάποιοι με διάφορα δημοτικά τραγούδια της εποχής,  η ίδια  όμως επέλεξε τελικά ένα από την περιοχή καταγωγής της, που φέρεται να τραγουδούσε παλαιότερα η μητέρα της, συμπληρώνοντας βέβαια η ίδια κάποιους στίχους με τη βοήθεια του Απόστολου Μοσχούτη. Ήταν το τραγούδι «Στ΄ Λάρισς΄ βγαίν΄ ο αυγερινός». Όταν η Βέμπο το ολοκλήρωσε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, ίσως και από φόρτο αναμνήσεων το έδωσε σε μια πρόβα στον Κ. Γιαννίδη για να το παίξει. Εκείνος διαβάζοντάς το αρνήθηκε έντονα λέγοντάς της:

Σοφία Βέμπο (Καλλίπολη Ανατολικής Θράκης, 10 Φεβρουαρίου 1910 – Αθήνα, 11 Μαρτίου 1978)

Είσαι καλά Σοφία μου που θα παίξω εγώ αυτό το βλαχοτράγουδο; Παραιτούμαι!

Μετά όμως από την επιμονή της Σοφίας και του θεατρικού επιχειρηματία Α. Μακέδου, ο Κ. Γιαννίδης το έπαιξε. Στη πρώτη παράσταση που ακολούθησε έγινε χαλασμός. Το θεατρικό κοινό υποχρέωσε τη Σοφία Βέμπο να επανέλθει στη σκηνή τέσσερις φορές. Όταν μετά την παράσταση ο επιχειρηματίας ζήτησε τη γνώμη του Κ. Γιαννίδη, εκείνος απάντησε:

Μα δεν είδατε; Μας το τραγούδησε με σκέρτσα που δεν την έφτανε ο χώρος της σκηνής, μας το τραγούδησε ακουμπισμένη στο πιάνο, μας το τραγούδησε ακουμπισμένη πάνω στη κουΐντα, μας το τραγούδησε με την πλάτη στο κοινό, μόνο ανάσκελα που δεν μας το τραγούδησε!

Στη Λαρ’σα βγαίν’ η Αυγερινός
στ’ν Ανακασά η Πούλια
έβγα Σμαραϊγδή, μι του φουστάν’ του κουρουπλί
γιατί δι βγαίνεις να σ’ ειδώ, πω, πω, πω, πω, μαρή θα σαλωθώ.

Κι ηκεί, σα πάν’, σα πάν’ στ’ν Ανακασά
πάν’ τα κουρίτσα ούλα
έβγα να σι ειδώ, γιατί, γιατί θα σαλωθώ
γιατί δι βγαίνεις να σ’ ειδώ, πω, πω, πω, πω, μαρή θα σαλωθώ.

Καίει ου φούρνους καίει, καίει μανάρα μ’ καίει
για να ψήσει την ψουμάρα, να τ’νε φάει η νύφ’, α, ρι
να τ’νε φάει η νύφ’.

Στ’ Λάρ’σα, δεν μ’ρε, δεν παντρεύομαι
γιατί μι περγιαλούνε, Μαριώ μου σαν μι ειδούνε.

Θα παντρευτώ στ’ν Ανακασά
που μι περικαλούνε τα κουρίτσα σαν μι ειδούνε.

Πού ‘σι μ’ρε Βασίλου, δω ‘μαι Νικουλή
κατέβα παρακάτου, να μη σι φάει του σκ’λί, α, ρι
να μη σι φάει του σκ’λί.

Η Σοφία Βέμπο τραγούδησε μία ακόμα παραλλαγή του τραγουδιού, η οποία έχει τον τίτλο «Στον πόλεμο βγαίνει ο Ιταλός» σε στίχους του Γ. Θίσβιου και δικούς της, εμφανώς εμπνευσμένη από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Στον πόλεμο βγαίν’ ο Ιταλός
και ου Τσουλιάς του λέει
«Έβγα Μουσολί’, ρι μ’ του φουστάν’ του κουρουπλί,
γιατί δι βγαίνεις κατά δω; Κι έχω μια όρεξη ωρέ να σε δω!»
Και κει σα παν’ στην Κορυτσά,
λεν τα παιδιά μας ούλα «Έλα παραδώ,
ουρέ για να δω και γω, γιατί δε βγαίνεις να σε δω;
Ουρέ γιατί μας κάνεις το λαγό;»
Καίει, ου ήλιους καίει, καίει μανάρ’ μ’ καίει,
καίει μα κείν’ μιλάν’ για χιόνια, λάσπες και βροχές.
Τον πόλεμο τι, μωρ’ τι τον ήθελες;
Και σι περιγελούνε οι άντρες σα σε δούνε;
Παράτα την παλικαριά, τα τανκς και τα κανόνια,
δεν είναι μακαρόνια!
Που ‘σαι ορέ Μπενίτο, κρυμμένος στη σπηλιά;
Κατέβα παρακάτω, φοβάμαι τον Τσολιά, ωρέ φοβάμαι τον Τσολιά!

3 thoughts on “Σκοποί και τραγούδια τ’ Απεράθου (μέρος 6ο): Χραμάκι απεραθίτικο

Σχολιάστε